Friday, June 11, 2010

Το χαμένο ταίρι. Διονύσης Λεϊμονής



Χθες το απόγευμα, παρευρέθηκα με μεγάλη μου χαρά στην παρουσίαση του βιβλίου του διαδικτιακού φίλου Διονύση Λειμονή

Είναι υπέροχο πραγματικά να διαπιστώνει κανείς το πόσο πολύ μπορεί να καταφάσκει και γιατί όχι να ευχαριστεί την δυνατότητα της τεχνολογίας, να προσφέρει ευκαιρίες συνάντησης.

Ομορφος άνθρωπος ο συγγραφέας με κατασταλαγμένες απόψεις και καλή καρδιά, σε κερδίζει αμέσως με την παρουσία και τον λόγο του. Εδώ που τα λέμε, δεν χρειάζονται και πολλά για να καταλάβεις έναν άνθρωπο. Είναι το κάτι, αυτή η φωνούλα μέσα σου που σου λέει : είναι αληθινός!

Μαζεύτηκε πολύς κόσμος που αγαπά τον συγγραφέα (τυχαίο;..........!)

Η φωτογραφία είναι από το πάνελ



Από αριστερά, η Μαρία Κοκκινου, υπεύθυνη των εκδόσεων Ακρίτας, ο συγγραφέας, η κ. Τσαμαδού, η κ. Βαρελά και ο κος Τσιλιμίδης. Εκείνο που δυστυχώς δεν φαίνεται ήταν μια χαριστωμένη δεσποινιδούλα που έπαιζε κανονάκι τηνώρα που ο κ. Τσιλιμίδης διάβαζε αποσπάσματα από το βιβλίο.

Τι δουλειά έχει το κανονάκι;

Μα φυσικά επειδή το βιβλίο μιλάει για την ιστορία της γιαγιάς Δέσποινας, μικρασιάτισσας. Αυτη είναι και η καρδιά του βιβλίου. Η Μικρασία. Πως ήταν δυνατόν λοιπόν να μην το φιλοξενήσω στο ¨σπιτικό μου".

Ορίστε και λίγα λόγια για το σπίτι της Μικρασίας:

Δεν ήταν έτσι πάντα ανήμπορη και μαζεμένη η γιαγιά. Κάποτε υπήρξε κι αυτή μια νέα και δροσερή γυναίκα. Αν δεν υπήρχαν και οι ελάχιστες φωτογραφίες ως αποδεικτικά στοιχεία, αμφιβάλλω αν θα μπορούσε να γίνει πιστευτή τούτη η εκδοχή του μύθου. Λιγόσωμη, μα ωραία σαν την ΄Ανοιξη ήταν κάποτε η κυρτωμένη βάβω μου μια φορά κι έναν καιρό. Οι ρυτίδες δε χάραζαν πάντα αμείλικτα το πρόσωπό της. Το καλύβι της αυτό δεν ήταν πάντοτε το σπιτικό της. Υπήρξε εποχή που ζούσε σ’ ένα σπίτι μεγάλο, απλό κι ευρύχωρο με μεγάλη σάλα, φωτεινά δωμάτια σπαρμένο σε πολύχρωμο περιβόλι. ΄Ενα δίπατο σπίτι είχε στεγάσει τα πρώτα της όνειρα για μια ωραία ζωή με την ευλογία του θεού. Τα σκεπαστά μπαλκόνια στην πρόσοψή του ήτα πνιγμένα στα λουλούδια και τα μεγάλα παράθυρα άφηναν το φως και τους αέρηδες να κατακτούν καθημερινά κάθε γωνιά του απλοϊκού όγκου του. Κάτω το υπόγειο έσφυζε πλημμυρισμένο από τρόφιμα, φρούτα και τα βαρέλια ξεχείλιζαν απ’ το νιόβγαλτο κρασί, το ντόπιο ξανθό λάδι και το κατσικίσιο τυρί. Πάνω τα δωμάτια για την οικογένεια έδειχναν την αρχοντιά τους στρωμένα με τσεβρέδες. Οι μεσάντρες έχασκαν φουλαρισμένες από χράμια, τσελτέδες και μεταξωτά, προίκα απ’ τα γονικά της. Αυτά κι άλλα τόσα θα τα έδινε στα δικά της παιδιά αν όλα πήγαιναν κατά το θέλημα του θεού. Στα παράθυρα έπεφταν καμαρωτά τα κεντητά κουρτινάκια κόντρα στο ζεστό ήλιο της Ανατολής, παιχνιδάκι του αέρα που λίκνιζε την καλοδουλεμένη τους ύφανση. Κι οι βασιλικοί να ομορφαίνουν τα περβάζια σκορπώντας άρωμα μεθυστικό. Από κάτω κείτονταν μια χωμάτινη αυλή, σπαρμένη εδώ κι εκεί με μπόλικα γεράνια σε μια μοναδική χρωματική ποικιλία. Τα εκατόφυλλα τριαντάφυλλα αυγάτιζαν την ευωδιά που εύρισκε διέξοδο σ’ όλο το μαχαλά. ---Μάς λίγωσες, κυρά Δέσποινα, με τις μυρουδιές τ’ Απρίλη, τής φώναζαν οι γείτονες και χαμογέλαγε η γιαγιά και κορδωνόταν για το κατόρθωμα της ζήσης της.Πιο πέρα απλώνονταν μεγαλόπρεπα και ήρεμα κάθε λογής καρποφόρα δέντρα. Τι κυδωνιές, τι ροδιές, τι κερασιές, και παρέκει εκτείνονταν τα συκοπερίβολα. Ευλογημένη γη! Λουσμένη στο φως. Γη τραγουδισμένη απ’ το πιο γλυκό στόμα έκρυβε στα σπλάχνα της του Αβραάμ και του Ισαάκ τα αγαθά! Γη που μια μέρα χάθηκε άδικα μέσα στα πιο σκοτεινά μπουντρούμια του μίσους. Κι έγινε ο Παράδεισος μια άραχλη Κόλαση γεμάτη από αναστεναγμούς και θρήνους!

Ας είναι καλοτάξιδο το βιβλίο του Διονύσση στις ευαίσθητες ψυχές των ανθρώπων που αναζητούν λίγη γλύκα στην ζωή τους.

3 comments:

  1. Βασίλη σ' ευχαριστώ πολύ μέσα από την καρδιά μου

    ReplyDelete
  2. Βασίλη πραγματικά σ' ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου

    ReplyDelete
  3. Πολύ ωραίο το βιβλίο όντως! Τώρα τον Δεκέμβριο σας περιμένουμε και για την παρουσίαση στον Αστακό απο τους μαθητές του γυμνασίου.

    ReplyDelete