Sunday, December 30, 2012

«Καλό χρόνο να’χεις»

Ο χρόνος αυτές τις μέρες έχει την τιμητική του.  Αλλά και την τιμή του. Και μάλιστα όσο πάει και ακριβαίνει. Επειδή λιγοστεύει.  Και ό,τι είναι σπάνιο είναι και ακριβό.
Αυτές οι διαπιστώσεις ωστόσο είναι το βραβείο ενός θαραλλέου ανθρώπου. Το να σταθείς αντιμέτωπος με τον χρόνο και να μετρηθείς μαζί του είναι κατόρθωμα. Οποιος τον κοιτάζει κατάματα, είναι σα να βλέπει το βάθος της δικής του ψυχής. Επειδή ο χρόνος κυρίως είναι θεριστής. Έρχεται τακτικά για να δρέψει τους καρπούς της δικής σου σποράς. Αλοίμονο αν βρει το χωράφι της ζωής σου χέρσο.
Μερικές φορές ο χρόνος κυκλοφορεί ανάμεσα και μέσα μας ως «καιρός», δηλαδή ευκαιρία. Αυτό το όνομα του το ξέρουν και το χρησιμοποιούν λίγοι. Συνήθως εκείνοι που γνωρίζουν την αξία του. Ως ευκαιρία, δηλαδή καλή περίπτωση, ο χρόνος προσφέρει δώρα τα οποία βέβαια θα ζητήσει πίσω όταν έρθει η ώρα του θερισμού, η του απολογισμού. Τις πιο πολλές φορές αυτά τα δώρα έχουν αντίκρυσμα μόνο στον χώρο των σχέσεων και όχι της ύλης. Για παράδειγμα: Έχουμε ανάγκη να μας λένε πόσο σημαντικοί είμαστε για τη ζωή εκείνων που αγαπάμε. Έχουμε ανάγκη να ακούμε ότι μας αγαπούν, ότι προοδεύουμε, ότι παρόλα τα στραβά μας, μας δέχονται. Ο χρόνος μας δίνει την ευκαιρία να κάνουμε τους άλλους ευτυχισμένους αυτή τη στιγμή. Να μοιραστούμε τα συναισθήματα μας τώρα. Η ευκαιρία είναι μόνο για τώρα. Είναι ένα λαχείο που πρέπει να το εξαργυρώσεις μόνο την συγκεκριμένη στιγμή, αλλιώς λήγει, χάνεται.
Οι αναβολές, τα δεδομένα είναι εχθροί, όχι του χρόνου αλλά δικοί μας. Το «και αύριο μέρα είναι» αποτελεί απάτη. Ο χρόνος υπάρχει μονάχα τούτη τη στιγμή και είναι διαθέσιμος μόνο τώρα. Το αύριο όπως και το χθες μπορεί και να ανήκουν στην φαντασία και την ελπίδα. Το παρόν είναι το δώρο. Μπορείς να σπείρεις και να θερίσεις ότι θέλεις. Μα θα έχεις και τις ευθύνες.
Το «καλό χρόνο να έχεις» έρχεται σε αντιδιαστολή με το «κακό χρόνο να’χεις».  Δεν υπάρχουν ευχές και κατάρες. Αυτά είναι το άλλοθι για τα δικάμας κατορθώματα η αποτυχίες. Ο χρόνος είναι ο πιο αυστηρός δάσκαλος και συνάμα ο πιο δίκαιος. Γι αυτόν έχει ειπωθεί το «Ο,τι έσπειρες θα θερίσεις». Μακάρι να είναι το χωράφι της ζωής μας γέματο με καρπούς αγάπης.

Saturday, December 29, 2012

Θέλω να ξαναγίνω παιδί

Μέρες Χριστουγέννων και η καρδιά μου νοσταλγεί την παιδική μου ηλικία. Πόσο θέλω να ξαναγίνω παιδί!
Θέλω να πηγαίνω στα fast food και να νομίζω πως είναι το καλύτερο μέρος στον κόσμο
Θέλω να πιστεύω οτι ο κόσμος είναι δίκαιος και καλός. Θέλω να πιστεύω οτι όλα είναι δυνατά.
Θέλω να ξανακούσω το Άγιο Βασίλη να έρχεται τα μεσάνυχτα.
Θέλω να πιστεύω οτι όλοι θα ζήσουμε αιώνια, επειδή δεν θα ξέρω τι θα πει θάνατος
Θέλω να ενθουσιάζομαι με τα μικρά πράγματα
Θέλω να πιστεύω οτι είμαι ευτυχισμένος και σαν κι εμένα είναι όλοι οι άνθρωποι, ευτυχισμένοι
Θέλω να περνάω τα απογεύματα μου κάνοντας βόλτες, σκαρφαλώνοντας σε δένδρα, και να αφήσω τους μεγάλους να ανησυχούν για την ώρα, το φαγητό, τα φροντιστήρια και όλα τα δεινά.
Θέλω να σκέφτομαι τι θα γίνω όταν μεγαλώσω,κι όχι να ανησυχώ για το τι θα κάνω αν δεν πετύχει το σχέδιο μου.
Θέλω να πιστεύω οτι τα σοκολατάκια είναι πιο πολύτιμα από τα χρήματα επειδή μπορώ να τα φάω.
Θέλω να ρίχνω χάρτινες βαρκούλες στο νερό και να ονειρεύομαι ταξίδια.
Θέλω να ξαναγίνω μικρό παιδί.

Tuesday, December 25, 2012

Τα Χριστούγεννα μας κρίνουν

Ακούμε καιρό τώρα πως σημασία δεν έχει ο προορισμός, αλλά το ταξίδι. Χαιρόμαστε μιας και είμαστε περαστικοί και ταξιδιώτες από αυτόν τον κόσμο. Χαιρόμαστε επειδή για μας το είχε πει μάλλον ο Καβάφης. Τα Χριστούγεννα είναι ο προορισμός. Εμείς τα βλέπουμε από μακριά. Άλλοτε πλησιάζουν κι άλλοτε ξεμακραίνουν. Και τότε αναρωτιόμαστε τι να είναι άραγε αυτό το παράδοξο που μας συμβαίνει.
Τα Χριστούγεννα μας φανερώνουν πόσο καλοί καπεταναίοι είμαστε. Πόσο μπορούμε και κουμαντάρουμε το πλοίο της ζωής μας. Πόσο πολύ θέλουμε να φτάσουμε εκεί και τι είμαστε διατεθειμένοι ενδεχομένως να θυσιάσουμε: επιμονή, αποφασιστικότητα, αυτοκριτική για το πόσο ικανοί είμαστε και άλλα τέτοια «καλούδια». Όλα τούτα είναι και το καύσιμο του καραβιού μας, τα πανιά, ο αγέρας. Λίγα του δίνεις, μικρή απόσταση θα διανύσεις. Καθόλου καύσιμο; Τα ρεύματα θα σε παρασύρουν μακριά. Κι εκεί που ήσουν έτοιμος να χαρείς που φάνηκαν από μακριά τα Χριστούγεννα, ξαφνικά βρίσκεσαι μεσοπέλαγα να σε δέρνουν τα κύματα. Για άλλη μια φορά.
Τα Χριστούγεννα βάζουν τον κάθε κατεργάρη στον πάγκο του.  Για να ξέρει ότι και κατεργάρης είναι και πάγκο έχει.  Έτσι έχει την ευκαιρία να κοιτάξει τον εαυτό του κατάματα και να αποφασίσει αν θα ήθελε να συνεχίσει ως κατεργάρης η να αναζητήσει άλλη ταυτότητα, άλλο προσωπείο. Επειδή με τα προσωπεία επιβιώνουμε μην έχοντας το κουράγιο να φανερώσουμε την αλήθεια μας. Μα σκέψου τον Χριστό μέσα στην ταπεινή φάτνη στη Βηθλεέμ: σου δείχνει με τον πιο φωτεινό τρόπο πως αφού εκείνος δεν χρειαζόταν προσωπείο, πολύ περισσότερο δεν τον χρειάζεσαι ούτε κι εσύ. Θάρρος και αλήθεια.
Χριστούγεννα δίχως Χριστό είναι καράβι δίχως πηδάλιο. Χώρια που εκείνο που βλέπεις στο βάθος νομίζεις ότι είναι τα Χριστούγεννα, όμως από κοντά θα διαπιστώσεις πως είναι απλά μια αργία με πολλή μελαγχολία. Δεν είναι τα χρήματα, δεν είναι η δουλειά που λείπει. Είναι ο Χριστός για να κάνει αυτή τη μέρα Χριστούγεννα.
Τα Χριστούγεννα μας κρίνουν. Είναι ένας τεράστιος καθρέφτης. Λέει πάντα την αλήθεια. Για όποιον το αντέχει.

Sunday, December 23, 2012

"..με το χέρι απλωμένο"

Τα παιδιά είναι κόσμος παράξενος, κοιμούνται κι ονειρεύονται. Πριν από τα Χριστούγεννα, αλλά και στη διάρκεια των Χριστουγέννων, συναντούσα συνεχώς στο δρόμο, σε συγκεκριμένο σημείο, ένα αγοράκι όχι μεγαλύτερο από εφτά χρονών. Μέσα στην τρομερή παγωνιά ήταν ντυμένο σχεδόν καλοκαιρινά, αλλά ο λαιμός του, πάντα τυλιγμένος με ένα κουρέλι, έδειχνε ότι κάποιος, παρ’ όλα αυτά, το είχε φροντίσει πριν το στείλει έξω.


Κυκλοφορούσε «με το χέρι απλωμένο». Ο όρος είναι τυπικός, και σημαίνει «ζητιανεύω». Τον επινόησαν αγόρια σαν κι αυτό. Υπάρχουν πλήθος από αυτά τα παιδιά, που στριφογυρνούν στα πόδια μας και επαναλαμβάνουν δυνατά κάποιες αποστηθισμένες φράσεις. Όμως, τούτο το μικρό δε φώναζε, μιλούσε αθώα, ασυνήθιστα θα έλεγα, και με κοιτούσε με εμπιστοσύνη στα μάτια - θα πρέπει να ήταν καινούριο στο επάγγελμα. Στην ερώτησή μου απάντησε ότι έχει μια αδελφή, που είναι άνεργη και άρρωστη.


Μπορεί να ήταν κι έτσι.


Έμαθα ωστόσο αργότερα ότι αγοράκια σαν κι αυτό υπάρχουν κοπάδια ολόκληρα: τα στέλνουν «με το χέρι απλωμένο», ακόμα και στη χειρότερη παγωνιά, κι είναι σίγουρο πως, αν δε μαζέψουν τίποτα, τα περιμένει ξυλοδαρμός. Έχοντας συγκεντρώσει μερικές δεκάρες, ένα τέτοιο αγόρι θα επιστρέψει με κόκκινα, κοκαλιασμένα δάχτυλα σε κάποιο υπόγειο, όπου θα μεθοκοπάει μια συμμορία ακαμάτηδων, από τους ίδιους εκείνους που «απεργώντας στη φάμπρικα Σάββατο προς Κυριακή επιστρέφουν στη δουλειά όχι νωρίτερα από Τετάρτη βράδυ».


Εκεί, στα υπόγεια, μεθοκοπάνε μαζί τους οι πεινασμένες και δαρμένες γυναίκες τους, κι εκεί κατουριούνται τα πεινασμένα μωρά τους. Βότκα και βρόμα και ακολασία, αλλά κυρίως βότκα. Με τις δεκάρες που μάζεψε, στέλνουν και πάλι το αγοράκι έξω, στο καπηλειό, να φέρει κι άλλο ποτό. Για να διασκεδάσουν μάλιστα, του ρίχνουν καμιά φορά κι αυτουνού στο στόμα ένα ποτηράκι, χασκογελώντας όταν με κομμένη την ανάσα θα σωριαστεί σχεδόν αναίσθητο στο πάτωμα.


... φαρμάκι βότκα μου ’ριξε


αλύπητα στο στόμα…


Μόλις μεγαλώσει λίγο θα το χώσουν στα γρήγορα σε καμιά φάμπρικα, αλλά όσα θα κερδίζει θα είναι και πάλι υποχρεωμένο να τα φέρνει στους ακαμάτηδες, που θα τα πίνουν ως συνήθως.


Πάντως, πριν καν φτάσουν στη φάμπρικα, τα παιδιά αυτά έχουν γίνει κανονικοί εγκληματίες. Αλητεύουν μέσα στην πόλη και ξέρουν γωνιές σε αντίστοιχα υπόγεια, όπου μπορούν να τρυπώσουν και να διανυκτερεύσουν χωρίς να τα πάρει είδηση κανείς.


Μια φορά, ένα από αυτά πέρασε κάμποσες συνεχόμενες νύχτες στο υπόγειο κάποιου οδοκαθαριστή, μέσα σε ένα ψάθινο σεντούκι, δίχως εκείνος να καταλάβει τίποτα. Εννοείται πως γίνονται κλέφτες. Η κλεψιά γίνεται πάθος, ακόμα και σε οκτάχρονα παιδιά, τα οποία, μερικές φορές, δε συνειδητοποιούν καν ότι αυτό που κάνουν είναι παράνομο.


Τελικά, τα αντέχουν όλα —την πείνα, το κρύο, τους ξυλοδαρμούς— με αντίτιμο ένα πράγμα: την ελευθερία.


Κάποτε θα το σκάσουν από τους ακαμάτηδες, για να ζητιανέψουν πια για τον εαυτό τους. Αυτό το άγριο πλάσμα ενίοτε δεν ξέρει ούτε πού ζει ούτε τι εθνικότητας είναι, αν υπάρχει Θεός, αν υπάρχει βασιλιάς. Λένε γι' αυτά πράγματα απίστευτα, αλλά αληθινά.


Από «Το Ημερολόγιο Ενός Συγγραφέα - Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι

Saturday, December 22, 2012

Συνάντηση

Mια μέρα συγκεντρώθηκαν σε κάποιο μέρος της γης όλα τα συναισθήματα και
όλες οι αξίες του ανθρώπου.


Η Τρέλα αφού συστήθηκε 3 φορές στην Ανία της
πρότεινε να παίξουν κρυφτό. Το Ενδιαφέρον σήκωσε το φρύδι και περίμενε
να ακούσει ενώ η Περιέργεια χωρίς να μπορεί να κρατηθεί ρώτησε:
"Τι είναι το κρυφτό;"
Ο Ενθουσιασμός άρχισε να χορεύει παρέα με την Ευφορία και η Χαρά άρχισε
να πηδάει πάνω κάτω για να καταφέρει να πείσει το Δίλημμα και την
Απάθεια -την οποία δεν την ενδιέφερε ποτέ τίποτα- να παίξουν κι αυτοί.
Αλλά υπήρχαν πολλοί που δεν ήθελαν να παίξουν:
Η Αλήθεια δεν ήθελε να παίξει γιατί ήξερε ότι ούτως ή άλλως κάποια
στιγμή θα την αποκάλυπταν, η Υπεροψία έβρισκε το παιχνίδι χαζό και η
Δειλία δεν ήθελε να ρισκάρει.


'Ένα, δύο, τρία", άρχισε να μετράει η Τρέλα.


Η πρώτη πο υ κρύφτηκε ήταν η Τεμπελιά. Μιας και βαριόταν κρύφτηκε στον
πρώτο βράχο που συνάντησε. Η Πίστη πέταξε στους ουρανούς και η Ζήλια
κρύφτηκε στην σκιά του Θριάμβου ο oποίος με την δύναμη του κατάφερε να
σκαρφαλώσει στο πιο ψηλό δέντρο.
Η Γενναιοδωρία δεν μπορούσε να κρυφτεί γιατί κάθε μέρος που έβρισκε της
φαινόταν υπέροχο μέρος για να κρυφτεί κάποιος άλλος φίλος της οπότε την
άφηνε ελεύθερη. Και έτσι η Γενναιοδωρία κρύφτηκε σε μια ηλιαχτίδα. Ο
Εγωισμός αντιθέτως βρήκε αμέσως κρυψώνα ένα καλά κρυμμένο και βολικό
μέρος μόνο για αυτόν. Το Ψέμα πήγε και κρύφτηκε στον πάτο του ωκεανού.
Το Πάθος και ο Πόθος κρύφτηκαν μέσα σε ένα ηφαίστειο. Ο Έρωτας δεν είχε
βρει ακόμη κάπου να κρυφτεί. Έβρισκε όλες τις κρυψώνες πιασμένες, ώσπου
βρήκε ένα θάμνο από τριαντάφυλλα και κρύφτηκε εκεί. ....1000, μέτρησε η
Τρέλα και άρχισε να ψάχνει.


Την πρώτη που βρήκε ήταν η Τεμπελιά αφού δεν είχε κρυφτεί και πολύ
μακριά. Μετά βρήκε την Πίστη που μίλαγε στον ουρανό μ ε τον Θεό για
θεολογία. Ένιωσε τον 'ρυθμό του Πόθου και του Πάθους στο βάθος του
ηφαιστείου και αφού βρήκε την Ζήλια δεν ήταν καθόλου δύσκολο να βρει και
τον Θρίαμβο. Βρήκε πολύ εύκολα το Δίλημμα που δεν είχε ακόμη αποφασίσει
που να κρυφτεί.


Σιγά-σιγά τους βρήκε όλους εκτός από τον Έρωτα. Η Τρέλα έψαχνε παντού,
πίσω από κάθε δένδρο, κάτω από κάθε πέτρα, σε κάθε κορφή βουνού, μα
τίποτα. Όταν ήταν σχεδόν έτοιμη να τα παρατήσει βρήκε ένα θάμνο από
τριαντάφυλλα και άρχισε να τον κουνάει νευρικά ώσπου άκουσε ένα βογκητό
πόνου. Ήταν ο Έρωτας που τα αγκάθια από τα τριαντάφυλλα του είχαν
πληγώσει τα μάτια.


Η Τρέλα δεν ήξερε πως να επανορθώσει, έκλαιγε, ζήταγε συγνώμη και στο
τέλος υποσχέθηκε να γίνει ο οδηγός του Έρωτα. Κι έτσι από τότε ο Έρωτας
είναι πάντα τυφλός και η Τρέλα πάντα τον συνοδεύει...

Thursday, December 20, 2012

καθρέφτες

Ωρα για μικρό παραμύθι και μεγάλη παραμυθία.
Τα πολύ παλιά χρόνια, σε ένα μικρό μακρινό χωριό, ήταν ένα μέρος που το έλεγαν "Το Σπίτι με τους χίλιους καθρέφτες".
Ένα μικρό, ευτυχισμένο σκυλάκι, έμαθε για αυτό το μέρος και μια μέρα αποφάσισε να το επισκεφτεί. Όταν έφτασε εκεί, χαρούμενα ανέβηκε τις σκάλες και έφτασε μέχρι την πόρτα. Κοίταξε μέσα με τα αυτιά του τεντωμένα και την ουρά του να πηγαίνει πέρα δώθε, όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Προς μεγάλη του έκπληξη είδε άλλα χίλια ευτυχισμένα σκυλάκια να τον κοιτούν και νανκουνάνε τις ουρίτσες τους όσο πιο γρήγορα μπορούσαν. Τους χαμογέλασε πλατιά και εκείνα του ανταπέδωσαν το χαμόγελο. Φεύγοντας σκέφτηκε πως είναι ένα υπέροχο μέρος αυτό το σπίτι. Αποφάσισε να το επισκέπτεται πιο συχνά.
Στο ίδιο χωριό, ζούσε ένα άλλο σκυλάκι, που δεν ήταν τόσο ευτυχισμένο όσο το πρώτο.  Αργά αργά σκαρφάλωσε τα σκαλιά μέχρι την εξώπορτα. Με κατεβασμένο το κεφάλι κοίταξε μέσα από την πόρτα. Τότε είδε χίλια σκυλάκια, μουρτζούφλικα να τον κοιτούν. Γρύλισε εκείνο δυνατά, δείχνοντας τα δόντια του. Τρομαγμένο τότε είδε πως χίλια σκυλάκια ανταπέδωσαν το γρύλισμα.  Καθώς έτρεχε να φύγει σκέφτηκε πως δεν υπάρχει στον κόσμο άλλο πιο απαίσιο μέρος από αυτό. Βέβαια αποφάσισε να μην ξανάρθει ποτέ πια.


Σπίτι με καθρέφτες η ζωή.

Friday, December 14, 2012

Σχολικό λεωφορείο

Κάθε πρωι. Την ίδια ώρα. Στις 7:05. Εξω από το σπίτι της Αναστασίας το σχολικό περιμένει υπομονετικά. Η Αναστασία βαριεστιμένα ανεβαίνει τα σκαλοπάτια. Κάθε μέρα. Στο τελευταίο σκαλοπάτι συναντά την χαμογελαστή καλημέρα του οδηγού. Ίδια καλημέρα, ίδιο χαμόγελο, ίδια αδιαφορία από την Αναστασία και τους συμμαθητές της. Ποιος έχει όρεξη τα πρωινά για καλημέρες…
Ο οδηγός παρόλα αυτά επιμένει. Τα παιδιά επιμένουν να περνούν από μπροστά του . Παράλληλες ζωές.
Χθες το πρωί η Αναστασία έφυγε από το σπίτι με ψιχαλισμένα τα μάτια της. Τα νεύρα του πατέρα, η σπαραχτικές φωνές της μάνας, οι σιχαμένες καταστάσεις που ρημάζουν των ανθρώπων τις ζωές επιτέθηκαν δίχως έλεος. Η Αναστασία δεν άντεξε. Άρπαξε την τσάντα της, το παλτό της και όρμησε στο δρόμο. Στην γωνία ήταν το σχολικό. Όπως πάντα. Για μια στιγμή νόμισε ότι είχε πιάσει βροχή. Μα ήταν τα δάκρυα της. Με θολό βλέμμα ανέβηκε τα σκαλιά στο πούλμαν.
Ο οδηγός της πρόσφερε την πρωινή του χαμογελαστή καλημέρα.
Ξαφνικά η Αναστασία ανακάλυψε ότι αυτή η καλημέρα ήταν εκείνο που αναζητούσε όσο τίποτα εκείνη τη στιγμή. Άφησε την τσάντα της, πλησίασε τον οδηγό, τον αγκάλιασε τρυφερά και του είπε
«Σας ευχαριστώ πολύ, πάρα πολύ»!
Μια καινούργια μέρα ξεκινούσε και θα ήταν διαφορετική.

Tuesday, December 11, 2012

Πλύσιμο

Ένα μικρό εξάχρονο κοριτσάκι, με κοκκινωνές κοτσιδούλες είχε βγει για ψώνια.
Εκείνη την ώρα είχε πιάσει δυνατή βροχή. Απο κείνη τη βροχή που σε ταξιδέυει καθώς χορεύει ρυθμικά πάνω στο δρόμο, στα υπόστεγα και στις αναμνήσεις. Μέσα στο κατάστημα είχαμε μαζευτεί πολλοί περιμένοντας να περάσει η μπόρα. Αλλοι περίμεναν υπομονετικά και άλλοι βαστώντας τα μούτρα τους, επειδή η βροχή τους καθυστερούσε απο το βιαστικό τους πρόγραμμα.
Η βροχή με μαγεύει. Η μουσική της με πάει σ άλλους κόσμους. Χάναομαι στον ήχο και την θέα τ ουρανού να καθαρίζει την βρωμιά του κόσμου. Τα παιδικά μου χρόνια ζωντανεύουν όταν δίχως να το σκεφτώ έβγαινα και έτρεχα και πηδούσα με δύναμη μέσα στις λιμνούλες...στα ρυάκια που γέμιζαν τα ακροδρόμια... διώχνοντας μακριά τις έγνοιες και τις στεναχώριες.
Ξαφνικά η φωνή της μικρής διέκοψε την αναπόληση
"Ελα μαμά να τρέξουμε στη βροχή!"
"Τι;" ρώτησε εκείνη έκπληκτη
"Πάμε να τρέξουμε στην βροχή" ξαναπε το κορίτσι
"Γλυκιά μου θα περιμένουνε λίγο ακόμα μέχρι να κοπάσει" της απάντησε αυτή
"Μα γίνουμε μούσκεμα" παρατήρησε η μητέρα
"Οχι!" διαμαρτυρήθηκε το κορίτσι. "Αλλα μου έλεγες το πρωί!"
"Το πρωί; Σου είπα εγώ το πρωί οτι θα τρέχουμε μέσα στη βροχή δίχως να βραχούμε;"
"Μα δεν θυμάσαι καλέ μαμά; Οταν μίλαγες στον μπαμπά για τον καρκίνο του είπες πως αν μας βοηθήσει ο Θεός να το περάσουμε αυτό, θα μπορούμε να περάσουμε τα πάντα ύστερα!
Είχαμε μείνει όλοι άφωνοι. Δεν ακουγόταν λέξη. Απο κανέναν. Μόνο η βροχή. Δεν έφευγε κανένας. Περιμέναμε την απάντηση της μάνας. Είχε σταματήσει για να σκεφτεί τι θα απαντούσε στην κόρη της. Ήταν μια στιγμή πολύ σημαντική για την ζωή της μικρής. Μια στιγμή όπου η αγνή πίστη έπρεπε να τραφεί για να ανθίσει.
"Αγάπη μου" της είπε η μάνα "Εχεις απόλυτο δίκιο. Ελα, πάμε να τρέξουμε στη βροχή. Αν ο Θεός επιτρέψει να βραχούμε, θα είναι επειδή χρειαζόμαστε πλύσιμο"
Και όρμησαν έξω.
Τις παρακολουθούσαμε όλοι καθώς έτρεχαν ανάμεσα στα αυτοκίνητα, μέσα στις λιμνούλες. Βράχηκαν μέχρι το κόκκαλο.
Μερικοί τις ακολούθησαν και γελούσαν σα μικρά παιδιά καθώς κατευθύνονταν στα αυτοκίνητα τους.
Και ναι. Έτρεξα κι εγώ. Και βράχηκα. Χρειαζόμουν πλύσιμο.


Ας μην αφήσουμε κανέναν να μας πάρει τις αναμνήσεις μας. Ας μην αφήσουμε την ευκαρία να δημιουργήσουμε αναμνήσεις. Κάθε μέρα.

Sunday, December 9, 2012

..φωτίζοντας..

keria.jpg


Μια φορά κι ένα καιρό, ένα μικρό κεράκι βρισκόταν σε ένα δωμάτιο μαζί με άλλα κεριά, τα περισσότερα από τα οποία ήταν πολύ μεγαλύτερα και πολύ ομορφότερα από αυτό. Μερικά ήταν δεμένα με κορδέλλες πολύχρωμες άλλα ήταν πιο απλά, σαν κι αυτό. Δεν ήξερε τον λόγο που βρισκόταν εκεί, και τα άλλα το έκαναν να αισθάνεται μικρό και ασήμαντο.
Όταν έπεσε ο ήλιος και σκοτείνιασε το δωμάτιο, είδε έναν άνθρωπο να μπαίνει μέσα στο δωμάτιο. Έρχονταν προς το μέρος του κρατώντας ένα αναμμένο σπίρτο. Κατάλαβε οτι θα του έβαζε φωτιά.
- Μη!! φώναξε, σε παρακαλώ μη!
Όμως ήξερε οτι δεν μπορούσε να ακουστεί και ετοιμάστηκε να υποφέρει τον πόνο, που ήταν σίγουρο οτι θα ακολουθούσε.
Προς μεγάλη του έκπληξή το δωμάτιο γέμισε με φως. Αναρωτήθηκε από που έρχεται το φως, αφού ο άνδρας είχε σβήσει το σπίρτο. Κατάλαβε ότι προερχόταν από τον εαυτό του.
Ύστερα ο άνδρας άναψε κι άλλα σπίρτα για να ανάψει με την σειρά του και τα άλλα κεριά. Όλα τα κεριά έδιναν το ίδιο φως με εκείνο.
Καθώς περνούσαν οι ώρες παρατήρησε ότι το κερί άρχισε να λιώνει. Κατάλαβε ότι σύντομα θα πέθαινε. Με την παρατήρηση αυτή, ανακάλυψε και τον λόγο είχε δημιουργηθεί.
- Ίσως ο λόγος που βρίσκομαι στη Γη, είναι για να δίνω φως μέχρι να πεθάνω, ψιθύρισε.
Και αυτό έκανε.

Wednesday, December 5, 2012

Κάτω τα χέρια απο τη Παιδεία

Για ποιον λόγο δηλαδή έπρεπε η Παιδεία να σωθεί απο αυτή την λαίλαπα που έχει σαρώσει τα πάντα στο πέρασμά της; Αδικο έχουν όσοι διαμαρτύρονται. Το σωστό και μνημονιακό ενδεχομένως θα ήταν να σκύψουν το κεφάλι και να δεχθούν οτι μέσα σ όλα που δεν πρέπει να μείνουν όρθια είναι και η Παιδεία.
Πικρόχολες σκέψεις κατακλύζουν κάθε άνθρωπο που πονά για τούτον εδώ τον τόπο. Ανοίγοντας το παράθυρο του στο συννεφιασμένο τοπίο της πατρίδας του ένας αναστεναγμός βγαίνει απο τα κατάβαθα της ψυχής του με την ελπίδα πως θα παρασύρει μαζί του το βάρος, την πίκρα και τον θυμό που νιώθει αντικρύζοντας ερείπια.
Στους δρόμους για άλλη μια φορά οι πολίτες μέσα στην Σισύφεια προσπάθεια τους να αφυπνίσουν τους άρχοντες και γυμνούς βασιλιάδες (sic). Τον ρόλο αυτόν της αφύπνησης τον έχει αναλάβει η Παιδεία. Η Παιδεία ξυπνά συνειδήσεις. Δημιουργεί οράματα. Ξεσηκώνει υποτακτικούς και τους μαθαίνει την αξιοπρέπεια. Σε τι οφελεί λοιπόν μια τέτοια Παιδεία μια εξουσία που γυρεύει σκυμμένα και πειθήνια κεφάλια; Αντίθετα. Αυτή η Παιδεία είναι κίνδυνος. Η εξουσία δεν την αντέχει. Βάζει σκοπό να την εξαφανίσει. 
Πως μπορείς να γκρεμίσεις έναν ουρανοξύστη μονομιάς; Απλό. Δυναμιτίζοντας τα θεμέλια του. Αν ο ουρανοξύστης είναι η Παιδεία τα θεμέλια της είναι τα σχολεία. Δυναμιτίζοντας τα σχολεία στο όνομα της οικονομίας των πόρων, συμπτίσσοντας τάξεις, γεμίζοντας μικρές παγωμένες αίθουσες με παιδιά πεινασμένα, φτωχά και εξαθλιωμένα, και δασκάλους δίχως αύριο. Πως να μπολιάσεις την νέα γενιά με οράματα την ώρα που η τα μέσα είναι ελάχιστα;  Δεν μπορείς.
Έτσι πιστεύει η εξουσία. Οι συγχωνεύσεις των σχολείων μέσα στη μέση της χρονιάς, οι μετακινήσεις των μαθητών σε άλλα σχολεία, οι απολύσεις των δασκάλων, οι μειώσεις των δαπανών, των μισθών, το κρύο πολιορκούν την Παιδεία. Η εκπαιδευτική κοινότητα ξεσηκώθηκε.
Ας όψεται η, στο όνομα της ανάπτυξης, δημοσιονομική αναδιάρθρωση. Περισπούδαστες λέξεις δίχως το νόημα που τους πρέπει. Οποιος μπορεί και διαβάζει πίσω απο τις λέξεις τρομάζει καθώς συλλαβίζει:
«Καταστρέψτε την Παιδεία τους και τους έχετε στο χέρι». Ελπίζω να με προδώσει ο αναλφαβητισμός μου και να μη διάβασα σωστά.

Tuesday, December 4, 2012

"Η Βαρβάρα βαρβαρώνει"

«Η Βαρβάρα βαρβαρώνει» λέει ο λαός, καθώς συνηθίζει να συνδυάζει ομόηχες λέξεις κι έτσι τη φαντάζεται, αν μη τι άλλο, ως μια Αγία ιδιαίτερα δυναμική. Με τούτη τη δυναμική Αγία, λοιπόν, συνδέονται εντυπωσιακά πολλές παραδόσεις, έθιμα και δοξασίες του λαού μας κάποια από τα οποία, κρύβουν φυσικά και αρχαιοελληνικές ρίζες.


Η Αγία Βαρβάρα, πάνω από όλα, θεωρείται προστάτιδα των παιδιών από την ευλογιά, αλλά κι από άλλες κακιές αρρώστιες. Τούτο στηρίζεται στην παράδοση που λέει πως ο πατέρας της, που ήταν φανατικός εθνικός, είχε τέτοιο μίσος για τους Χριστιανούς που, για να την κάνει να αρνηθεί την πίστη της την έκλεισε σε ένα πύργο όπου τη βασάνιζε τόσο, ώστε εκείνη να αρρωστήσει και να βγάλει σπυριά σε όλο της το σώμα. Τότε μάλιστα, την πέταξε σε ένα καζάνι για να καεί, όμως έγινε το θαύμα κι εκείνη, όχι μόνο δε κάηκε, αλλά έσβησαν και τα σπυριά από το κορμί της! Για το λόγο αυτό, οι μανάδες, εκείνες τις εποχές που ευλογιά θέριζε σαν επιδημία, έκαναν προσφορές στο όνομά της, ώστε να προστατεύσει τα παιδιά τους από την αρρώστια κι από τις άσκημες αυλακώσεις που προκαλούσε στα τρυφερά τους προσωπάκια. Έτσι, της έφτιαχναν μελόπιτες και πολυσπόρια, αλλά και κολλυβόζουμο, που τό 'λεγαν «βαρβάρα» προς τιμήν της.


Το έθιμο αυτό λέγεται πως κρατάει από την εποχή που ο σατανικός νους του πατέρα της, του Διόσκουρου, βάλθηκε να εξοντώσει του Χριστιανούς δηλητηριάζοντας το ψωμί τους. (`Αλλη εκδοχή, πάλι, μιλάει για τους Τούρκους κι όχι για το Διόσκουρο.) Το μυστικό, όμως, το έμαθε η κόρη του και ειδοποίησε τους Χριστιανούς να αποφύγουν εκείνες τις μέρες το ψωμί και να αρκούνται στο να βράζουν και να τρώνε ό,τι καρπούς είχαν φυλαγμένους στο σπίτι τους. Κι έτσι, ανήμερα της γιορτής της, οι νοικοκυρές συνήθιζαν να ετοιμάζουν τη «βαρβάρα», βάζοντας στάρι και διάφορους καρπούς (καρύδια, μύγδαλα, ρόδια, σταφίδες) ή φρούτα (συνήθως μήλο) ψιλοκομμένα και μπόλικα μυρωδικά, όπως κανέλα.


Αναφέρεται πως σε μέρη της Μικρασίας, τη «βαρβάρα» μαζεύονταν οι γειτόνισσες και την έφτιαχναν, την παραμονή, σε ένα σταυροδρόμι. Κι ύστερα το πρωί, φώναζαν τον παπά να τη διαβάσει, στο ίδιο εκείνο τρίστρατο. Αντίστοιχα, αλλού έφτιαχναν τη μελόπιτα (πίτα που αφού ψηθεί περίχυναν με μέλι) την οποία το τοποθετούσαν σε ένα τραπέζι και την πήγαιναν και πάλι σε ένα τρίστρατο όπου ερχόταν ο παπάς να τη ευλογήσει. Από το μέλι της πίτας αυτής έκαναν κι ένα σταυρό στην πόρτα τους.


Κι εδώ νομίζω αξίζει να παρατεθεί ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Γ.Α.Μέγα «Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας» : «Θα ήταν πραγματικά δύσκολο να εξηγηθούν οι μελόπιτες, η πανσπερμία και η έκθεσή τους στο «τρίστρατο», αν δε μας βοηθούσαν οι γνώσεις μας για την αρχαία κουροτρόφο θεά, την Εκάτη. Οι Έλληνες πίστευαν πως η Εκάτη, ως ενοδία ή τριοδίτις θεά, ήταν εγκατεστημένη στα τρίστρατα, όπου προς το βράδυ, τις τελευταίες μέρες του μήνα, όταν δηλαδή άρχιζε η νέα σελήνη, τοποθετούσαν πάνω στους βωμούς και κάτω από τα αγάλματα τροφές για τη θεά, τα λεγόμενα «Εκαταία» ή τον «Εκάτης δείπνον». Αν λάβουμε υπόψη, ότι αυτός ο τρόπος ετοιμασίας και έκθεσης των προσφορών στην Αγία Βαρβάρα συναντάται ιδιαίτερα στη Μ.Ασία και ότι η λατρεία της Εκάτης επικρατούσε κυρίως εκεί (από όπου η τριοδίτις θεά μεταφέρθηκε νωρίς στην αρχαία Ελλάδα ως θεά της μαγείας) καταλαβαίνουμε ποια αρχαία θεότητα αντικατέστησε, ως βοηθός του ανθρώπου, η Αγία Βαρβάρα.»


Παράλληλα, εκτός από τα παραπάνω, η Αγία Βαρβάρα έχει καθιερωθεί και προστάτιδα του Πυροβολικού μας, λόγω της παράδοσης που ακουγόταν σε σχέση με το θάνατό της. Καθώς έχασε τη ζωή της από τον ίδιο της τον πατέρα και φανατικό ειδωλολάτρη κι ενώ εκείνος την αποκεφάλισε με το ξίφος του, η Θεία Δίκη, με μορφή κεραυνού, λέγεται πως έπεσε πάνω του και τον έκαψε. Αυτόν τον τιμωρό κεραυνό συμβολίζουν τα πυρά του Πυροβολικού και για το λόγο αυτό καθιερώθηκε προστάτιδά του το 1829. Μάλιστα, προς τιμήν της, προσφέρονται και λουκουμάδες, επειδή μοιάζουν με τα τότε σφαιρικά βλήματα των πυροβόλων.


Πηγή