Friday, January 25, 2013

Νομισαν

Νόμισαν πως θα μπορούσαν να πάρουν εύκολα την Ελλάδα στα χέρια τους.


Νόμισαν πως οι Έλληνες θα διατηρούσαν για πάντα στην εξουσία αυτούς που οδήγησαν τη χώρα στην χρεοκοπία.


Νόμισαν πως οι Έλληνες δεν δίνουν δεκάρα για τη Δικαιοσύνη.


Νόμισαν πως θα μπορούσαν να διχάσουν τους Έλληνες.


Νόμισαν πως θα μπορούσαν να στρέψουν τη μια κοινωνική ομάδα εναντίον της άλλης.


Νόμισαν πως θα μπορούσαν να στρέψουν τους Έλληνες εναντίον των μεταναστών.


Νόμισαν πως πολίτες που φιλούσαν κατουρημένες ποδιές για μια θέση στο Δημόσιο δεν θα είχαν την αξιοπρέπεια να αντιδράσουν.


Νόμισαν πως οι Έλληνες δεν θα είχαν τη δύναμη να αντισταθούν.


Νόμισαν πως οι σύγχρονοι Έλληνες νοιάζονται μόνο για το χρήμα και την πάρτη τους.


Νόμισαν πως ο κάθε Έλληνας θα πατούσε επί πτωμάτων άλλων Ελλήνων για να επιβιώσει.


Νόμισαν πως το μόνο νέο που θα γεννιόταν μέσα στην χρεοκοπία θα ήταν ο Παντελίδης και η Πάολα.


Νόμισαν πως αυτός ο τόπος που γέννησε μεγάλους φιλόσοφους και γενναίους πολεμιστές κατοικείται τώρα από ανεγκέφαλες κότες.


Νόμισαν πως θα μπορούσαν να αναγκάσουν τους Έλληνες να ξεπουλήσουν τη χώρα τους.


Πόσο δίκιο είχαν.


Σε όλα.


 


Πηγή: προωθημένο email που έφτασε στο inbox μου

Monday, January 21, 2013

Φίλος

Ένα παράξενο πράγμα! Κάθε φορά που είναι να γίνει κάτι μεγάλο, με κυριεύει ώρες πριν αναστάτωση. Να μην έχω τόπο να σταθώ. Το κορμί και το πνεύμα σαν να μάχονται για να ξεφύγουν από το κακό που πλησιάζει.
Χθες ήταν από αυτές τις νύχτες. Δεν έκανα λάθος.
Κατά τις 3 το πρωί χτύπησε το τηλέφωνο. Ήμουν προετοιμασμένος.
Όταν ύστερα από λίγη ώρα έφτασα στον τόπο του ατυχήματος, μια αόρατη τανάλια έσφιγε τη καρδιά μου και όλο το αίμα έγινε δάκρυα. Έτρεξα μέσα στο σωρό από τα συντρίμια και βοήθησα τους πυροσβέστες να βγάλουν, ευτυχώς ζωντανό, τον Γιώργο.
Μέσα από τα ματωμένα του χείλη ακούστηκε κάτι σαν
«Ευχαριστώ ρε φίλε!»
Χαμογέλασα γλυκόπικρα.
Με τον Γιώργο δεν είναι εύκολα τα πράγματα, ούτε ήταν.
«Φίλε,ε;» του χαμογέλασα ξανά σα να του θύμιζα όλο το ιστορικό.
«Και από πότε έχω κερδίσει αυτόν τον τίτλο;» τον ρωτάω καθώς προσπαθώ να στηρίξω το χέρι του γύρω από τον ώμο του πυροσβέστη.
«Εδώ και καιρό..» συνέχιζε μέσα στον πόνο του. «Μόνο που το αποψινό μ έκανε να το ανακαλύψω. Και να σου πω και κάτι; Αυτόν που τηλεφωνείς στις τρεις τα χαράματα, τον έχεις στη καρδιά σου για πολύ ξεχωριστό, κι ας μην το ξέρεις!»

Wednesday, January 16, 2013

Καταιγίδα

Σήμερα η καταιγίδα σάρωσε στο πέρασμά της τα πάντα. Τώρα παγωνιά. Χειμώνας. Με κάνει λοιπόν να αναρρωτιέμαι, τι καταιγίδα  ήταν αυτή που σάρωσε τη ζωή μέσα από το σπίτικό μου..



 


 


 


 


 


 


 


 


 


Τρύπωσε μέσα από τα αμπαρωμένα παραθυρόφυλλα και έσβησε τις λάμπες



 


 


 




 


 


 


 


 


Και έκλεψε τα στέφανα μέσα από τη θήκη τους



 


 




 


 


 


 


 


 


 


Τι βοριάς!                 


Τι θύελλα!                         


Που χάθηκαν όλοι;


 


ΥΓ


Τέτοιες μέρες η μνήμη γυρίζει στην αγκαλιά της μάνας της. Οι φωτογραφίες είναι απο την Ιμβρο. Το σπίτι μου, οι λάμπες μας, η στεφανοθήκη των γονιών μου.

Thursday, January 10, 2013

π.Λίβυος : Η πρωτοχρονιά ενός αναρχικού...

Δε ξέρω αν το έχετε παρατηρήσει αλλά αυτές τις μέρες, συναντάς ανθρώπους από τα παλιά. Φίλους που έχεις να δεις χρόνια και καιρούς. Που η ζωή σας έφερε κάποτε κοντά και έπειτα σας χώρισε.
Αυτό ίσχυσε φέτος και για μένα. Περπατώντας στους δρόμους της πόλης μου, συνάντησα έναν παλιό φίλο. Ένα πρόσωπο που είχα χάσει χρόνια καθ ότι οι δρόμοι μας είχαν χωρίσει. Υποθετικά τουλάχιστον . Σε επίπεδο ιδεών. Μια και οι ιδέες χωρίζουν. Μονάχα η ζωή, η εμπειρία, το βίωμα ενώνει τις καρδιές. Οι ιδέες και οι ιδεολογίες διαιρούν. Και στο ποσοστό που ο Χριστιανισμός δεν είναι βίωμα και ζωή, αλλά ιδεολογία τότε μας διαιρεί.
Είχαμε χαθεί για χρόνια. Εκείνος παρέμεινε στο αναρχικό χώρο και εγώ εισήλθα στην εκκλησία. Όχι αντίθετοι χώροι. Πάνω κάτω ίδιους ψυχισμούς κουρνιάζουν στους κόλπους τους, αλλά αυτό αφήστε να το πούμε μια άλλη φορά.
Ανταλλάξαμε χαιρετισμό και ευχές και πιάσαμε μια σύντομη κουβέντα στα όρθια.
-Αδελφέ πως πέρασες αυτές τις μέρες, οικογενειακά;
-Εεεε σχεδόν μου λέει πάτερ.
-Που αλλάξατε τον χρόνο στο σπίτι έτσι με την οικογένεια και τους φίλους.
-Όχι πάτερ μου.
Μου είπε με δύναμη ψυχής.
-Αλλά που ;
-Στις φυλακές πάτερ, όπως κάθε χρόνο. Σύντροφοι αναρχικοί, μαζευόμαστε κάθε χρόνο έξω από τις φυλακές, τραγουδάμε, φωνάζουμε συνθήματα, βάζουμε μουσική και γενικότερα δημιουργούμε μια ωραία ατμόσφαιρα, συμπαράστασης, αλληλεγγύης, συντροφιάς και ελπίδας στους συνανθρώπους μας, που τέτοιες μέρες στερούνται το μεγαλύτερο αγαθό του ανθρώπου που είναι η ελευθερία του.
Είχα πραγματικά σαστίσει. Τα μάτια μου τον κοιτούσαν με θαυμασμό. Η καρδιά μου έχαιρε σε αυτά που άκουγε. Μια συγκίνηση και ελπίδα άνθισε μέσα μου. Ναι υπάρχουν ακόμη ευαίσθητες ψυχές. Καρδιές που αγαπούν. Που νιώθουν και μπορούν να αντιστέκονται.
Συγχρόνως ντράπηκα. Αισθάνθηκα λίγος. Μπροστά του, ένα τίποτα. Απέναντι στο Θεό υπόλογος. Στο Χριστό ανάξιος μαθητής του.
-Εσύ πάτερ που άλλαξες χρόνο;
Τι να έλεγα. Ότι ήμουν στο σπιτάκι μου. Σαν ένας καλός χριστιανοαστός. Ότι αν ήμουν πραγματικός παπάς έπρεπε να ήμουν δίπλα στους κολασμένους αυτής της γης.
Τότε αυτομάτως στην σκέψη μου ήρθαν τα λόγια του Χριστού μας « Oύ πας ο λέγων μοι Kύριε Kύριε, εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών, αλλ' ο ποιών το θέλημα του πατρός μου." Kατά Mατθαίο 7 (21).
Και μέχρι να συνέλθω έρχεται δεύτερο ράπισμα στην συνείδηση μου από τον λόγο Του Χριστού «και άλλα πρόβατα έχω, α ουκ έστιν εκ της αυλής ταύτης» Κατά Ιωάννη Κεφ. Ι΄ «16
Μέχρι που άκουσα να φωνάζει δυνατά μέσα μου ο Χριστός «εν φυλακήήμην...» (Ματθ. 25, 36).
Και σας λέω τώρα εγώ, ποιος από τους δυο μας, είχε πραγματώσει στην ζωή του το θέλημα του Θεού; Ποιος είχε ενσαρκώσει το μήνυμα του Χριστού στην ζωή του;
Δεν με νοιάζει τι λέει και τι πιστεύει ένας αναρχικός. Εμένα σαν παπά με δίδαξε, με έλεγξε όχι με τις ιδέες του, αλλά με το βίωμα του. Με την ζωή και πράξη του.
Την ώρα που τα εκατομμύρια των αστικοχριστιανών στην ορθόδοξη Ελλάδα, έτρωγαν την γεμιστή γαλοπούλα τους, την ώρα που οι χοροί και τα γλέντια καλά κρατούσαν μια χούφτα ανθρώπων που τους φωνάζουν «αλήτες» σε κάθε πόλη της Ελλάδος, παρέμειναν μέσα στο κρύο έξω από τις φυλακές, για να γιορτάσουν την αλλαγή του χρόνου με τα φυλακισμένα αδέλφια μας, τους συνανθρώπους μας, εκείνους για τους οποίους ο Χριστός είπε «ἐν φυλακῇ ἤμην καὶ ἤλθετε πρός με….».
Τότε για ακόμη μια φορά ήχησαν μέσα μου τα λόγια του Γέροντος Κορνηλίου «παιδί μου έρχονται κάποιες πόρνες στην εξομολόγηση που θέλω να πέσω στα πόδια τους και ευλαβικά να ασπαστώ τα ευλογημένα χέρια τους…..».
π. Λίβυος


Πηγή

Wednesday, January 9, 2013

Μιρέλλα

Δεν ήταν απαισιόδοξη. Ηταν από κείνους τους ανθρώπους που λες ότι  ο ρεαλισμός τους προσπαθεί να κονταροχτυπηθεί με την αισιοδοξία και μερικές φορές χάνει…στα σημεία. Αυτά τα σημεία όμως τυχαίνει να είναι σημεία, σημάδια τόσο ταιριαστά στις ζωές των φίλων της…που στο νου τους η Μιρέλλα είναι ένα κορίτσι με σημάδια κρυφής απελπισίας.


Ο πατέρας της, ένας απόμαχος της ζωής. Ετοιμάζεται να κάνει το μεγάλο ταξίδι. Να γυρίσει στο σπίτι, όπως του αρέσει να το περιγράφει.  Δίχως να το θέλει εκείνη έπρεπε να σχετιστεί με τον θάνατο. Να διαπραγματευτεί μαζί του, επειδή όπως έδειχναν όλα, θα χτυπούσε σύντομα την πόρτα τους. Επρεπε να είναι προετοιμασμένη. Μεσα της είχε καταφέρει εδώ και καιρό να συναρμολογήσει το παζλ του τέλους. Η απαισιοδοξία της ήταν το εργαλείο που θα ολοκλήρωνε το έργο. Κι ας μην άρεσε στους φίλους της. Τι κι αν τους πλήγωνε; Στο κάτω κάτω ο θάνατος είναι κοινή μοιρα για όλους. Ας ήταν προετοιμασμένοι. Καλό τους έκανε.


Ήρθε. Στάθηκε έξω από την πόρτα τους. Η ανάσα του φλόγιζε, πάγωνε τη ψυχή της. Καθόταν στο κρεβάτι δίπλα στον πατέρα της. Του κρατούσε σφιχτά το χέρι. Μη τον χάσει. Μη τον ξεχάσει.


«Μιρελλα μου» της είπε εκείνος χαιδεύοντας το μπράτσο της «σε παρακαλώ να θυμάσαι ότι ο θάνατος τελειώνει τη ζωή μου, όχι την σχέση μας»!

Sunday, January 6, 2013

Θεοφάνεια στην Ιμβρο

Ανήμερα τα Φώτα, μετά τη λειτουργία, ο Μεγάλος αγιασμός. Η τελετή του αγιασμού γινόταν στις βρύσες και μόνο στο Κάστρο που ήταν το λιμάνι του νησιού, έριχναν τον Σταυρό στην θάλασσα. Τα θαλασσολυκόπουλα έπεφταν στα παγωμένα νερά να τον πιάσουνε. Ο παπας πετούσε ο σταυρό στην θάλασσα λεύτερα και με όση δύναμη είχε και το "ψάρεμα" δεν ήταν δουλειά του καθενός γι' αυτό όσοι είχαν το κουράγιο να κάνουνε το παγωμένο βάφτισμα μοιράζονταν εξίσου με αυτόν που τον ανέβαζε καιτην τιμή και την περηφάνεια και τα χρήματα. Γιατί η παρέα μετα την τελετή έβαζε το Σταυρό σε έναν δίσκο και τον περιέφερε σε όλο το νησί και καθένας που τον χαιρετούσε έδινε ένα γερό μπαξίσι στα άφοβα παιδιά. Αυτά γίνονταν στο Κάστρο.
Στα άλλα χωριά η πομπή με τον κλήρο, τα εξαπτέριγα και την εικόνα της Βάφτισης μπροστά, ξεκινούσε από την εκκλησία για μια βρύση σκεπαστή. Πίσω ακολουθούσε όλος ο λαός. Ένας κόσμος χαρούμενος και γελαστός, ένας κόσμος ξέγνοιαστος και αισιόδοξος.
Σήμερα ήταν ανοιχτά τα ουράνια, όλοι είχαν ξαστερο το νου και τις πόρτες της καρδιάς ανοιχτές. Δεν είχανε τίποτα να κρύψουνε από το Θεό και ήθελαν να είναι ανοιχτός ο δρόμος, έτσι που όλες οι ευχές και οι λαχτάρες τους να φτάσουν λέφτερες και να προλάβουν ανοιχτές τις Πύλες του Ουρανού!
Για τους απλούς νησιώτες του ξωμάχους και τους θαλασσοδαρμένους δεν ήταν ένα τυπικό χρέος αυτό, δεν ήταν μια πορεία, μια τελετή, αλλά συμμετοχή σε μια μυσταγωγία. Τα Φώτα φωτίζονται τα νερά, λέν οι θαλασσινοί, αρχίζει η προσδοκία για καλές και γαλήνιες μέρες, που είναι απαραίτητες για την δουλειά στην θάλασσα. Μα και για τους στεριανούς τα Φώτα είναι μέρα με σημασία. Από το τι καιρό θα κάνει τη μέρα αυτή, θα εξαρτηθεί η καλοχρονιά η όχι. Αν θα έχει καλή σοδειά και αν η συγκομιδή τωνκαρπών θα είναι καθαρή, που θα πει πως η απόδοση τους δεν θα είναι μειωμένη.
Σήμερα είναι ο Φωτός π' αγιάζουνε τον κόσμο
καιοι παπάδες περπατούν με το σταυρό στο χέρι
και μπαίνουν μες τα σπίτια μας και λεντον Ιορδάνη,
βοήθεια να έχουμε τον μέγα Ιωάννη.
Φέρτε πανέρια κάστανα, πανέρα λεφτοκάρυα,
φέρτε και το γλυκό κρασί να πιουν τα παλικάρια.
Αν έχεις γρόσια δίνετα, φλουριά μην τα λυπάσαι,
να τάχεις στον Παράδεισο σεντόνια να κοιμάσαι.

Friday, January 4, 2013

Ρίσκο

Αν γελάς, κινδυνεύεις να φανείς ανόητος.
Αν κλάψεις, κινδυνεύεις να φανείς συναισθηματικός.
Αν στραφείς σε κάποιον, κινδυνεύεις να μπλεχτείς.
Αν εκφράζεις τα συναισθήματά σου, κινδυνεύεις να φανερώσεις τον αληθινό σου εαυτό.
Η προσπάθεια, έχει μέσα της τον κίνδυνο της αποτυχίας.
Παρόλα αυτά πρέπει να ριψοκινδυνέψεις. Επειδή ο μεγαλύτερος κίνδυνος στη ζωή είναι, να μην ρισκάρεις τίποτα.
Εκείνος που δεν ρισκάρει, δεν κάνει τίποτα, δεν έχει τίποτα, είναι ένα τίποτα.
Μπορεί να αποφεύγεις τον πόνο και την λύπη , όμως έτσι δεν μπορείς να μάθεις, να ωριμάσεις, να ζήσεις.
Έτσι όπως είσαι αλυσοδεμένος με την ασφάλεια σου, έχεις χάσει την ελευθερία σου.
Επειδή μόνο όποιος ριψοκινδυνεύει είναι ελεύθερος!

Tuesday, January 1, 2013

Τ' αμίλητο νερό. Πρωτοχρονιά στην Ίμβρο.

Καλή χρονιά ( ενδεχομένως "ανήσυχη" - επιμένω εγώ - ) για όλους μας!


Λοιπόν εμείς, τέτοια μέρα κάναμε αρχικά ποδαρικό.


lastscan1.jpg


Την αυγή, πριν καλά καλά ξημερώσει, άδειαζαν τις  λαγήνες - δεν έπιναν το νερό της προηγούμενης... χρονιάς - και πήγαιναν στην βρύση οι κοπέλες να πάρουν το αμίλητο νερό. Πριν γεμίσουν, έριχναν μια πέτρα στη γούρνα. ΄Ηταν το ποδαρικό. Το ποδαρικό ήταν μια συμβολική πράξη, που εξέφραζε μια ευχή, κι αυτό για τη βρύση σήμαινε να τρέχει πάντα, να μην στερέψει ποτέ. Γύριζαν οι γυναίκες με γεμάτο λαγήνι, δίχως να μιλήσουν σε άνθρωπο, αν τύχαινε να συναντήσουν στον δρόμο τους. Αν στον δρόμο ήταν και κανένα συγγενικό η φιλικό σπίτι, έριχναν λίγο από το αμίλητο νερό στο κατώφλι τους, άνοιγαν την πόρτα τους, πετούσαν μέσα μια πέτρα και έφευγαν αμίλητες όπως ήρθαν. Τους έκαναν δηλαδή το ποδαρικό, ναναι η ζωή σαν το νερό της πηγής και η γεροσύνη τους σαν την πέτρα. Στο σπίτι τους έκαναν το ίδιο και τέτε μοναχά μιλούσαν:


Κ α λ ή  χ ρ ο ν ι ά!


Ποδαρικό στο σπίτι του έκανε και ο νοικοκύρης, μόνο που αυτός έφερνε μια πέτρα από τον ποταμό σκεπασμένη με βρύα, ναναι αφθονα τα αγαθά στο σπίτι του σαν την βρυασμένη πέτρα. Και ηοικοδέσποινα ξεκρέμαζε από το "διατόνι" ( ένα ξύλινο δοκάρι) ένα ρόδι, το χτυπούσε με δύναμη στο πάτωμα. Το ρόδι έσκαζε και το σπίτι γέμιζε...ρουμπίνια, κι εύχονταν έτσι ναναι γεμάτο το σπίτι όλο το χρόνο.