Thursday, October 11, 2012

Η Αργυρώ

Πάει ένας χρόνος ήδη απο τότε που η Αργυρώ αρρώστησε. Ξαφνικά ένα απόγευμα ένα αόρατο μαύρο σύννεφο, που ήταν κρυμμένο στο λαβύρινθο της ψυχής της, σκέπασε τη ζωή της. Την κάλυψε απαλά σαν ένα σάββανο. Εβγαλε σιχαμερές προβοσκίδες και ρουφούσε αργά, ηδονικά κάθε λαχτάρα για ζωή που ξεπηδούσε σαν πράσινο φύλλο στο βοριά.
Είπαν οι γιατροί πως έχει κατάθλιψη.
Οι γονείς της αναστέναξαν και ανασκουμπώθηκαν. Η Αργυρώ ήταν η μονάκριβη κόρη τους και δεν είχαν σκοπό να την αφήσουν στο έλεος του σκοταδιού. Οπως θα έκανε κάθε σωστός γονιός την πηγαινοέφερναν στους καλύτερους γιατρούς. Της πρόσφεραν ταξίδια, δώρα.
Μάταια, όλα μάταια.
Στο βάθος της ψυχής της εκείνη ήξερε πως κάτι νιώθει για τους γονείς της, μα δεν μπορούσε πια να ξεχωρίσει. Είχε θολώσει το τοπίο της και διέκρινε μόνο το μαύρο.
Το σχολείο το συνέχιζε. Με ζόρι βέβαια, μα δεν το παράτησε.
Μάλιστα είχε και ένα τετράδιο, σαν πρόχειρο ήταν, που το χρησιμοποιούσε για να γράφει και να ζωγραφίζει την ώρα της παράδοσης. Δεν έβρισκε βέβαια νόημα ούτε εκεί. Την τελευταία σελίδα την είχε χωρίσει στα δύο. Αριστερά της κάθετης γραμμής έγραφε τον κατάλογο με τους δέκα λόγους που δεν ήθελε πια τη ζωή της. Δεξιά ήταν οι δέκα λόγοι για τους οποίους θα ήθελε να συνεχίσει να ζει. Κανένας λόγος δεν υπήρχε παρα μόνο αριθμοί. Ο ένας κάτω απο τον άλλον. Απο το ένα μέχρι το δέκα. Τίποτα άλλο.
Χθές το μεσημέρι όταν πήγε στο σπίτι δεν το βρήκε το τετράδιο. Της είχε πέσει απο τη τσάντα, μαζί με την κασετίνα της. Είχε χαλάσει το φερμουάρ και δεν είχε προλάβει να το φτιάξει. Στεναχωρέθηκε. Για άλλη μια φορά.
Σήμερα το πρωί βρήκε το τετράδιο και την κασετίνα της πάνω στο θρανίο της. Κάτι σα χαμόγελο τόλμησε να εμφανιστεί. Ολα τα μολύβια στη θέση τους. Ξεφύλισσε το τετράδιο. Επεσε το μάτι της στην τελευταία σελίδα. Ο κατάλογος με τους λόγους για να συνεχίσει να ζει ήταν συμπληρωμένος. Δέκα λόγοι.
«Και μου ταιριάζουν όλοι» σκέφτηκε καθώς λεφτερωνόταν το χαμόγελο και έτρεχε ευτυχισμένο σ όλο της το πρόσωπο.

1 comment: